28.5.07

the hours


Η ανησυχια του κορμιου με ξεπεταξε, εκλεισα τα βραγχια μου και προσπαθησα να αναπνευσω με την καρδια, ειδα ενα γλαρο να πεταει απο πανω μου και ανοιγοκλεισα τα ματια στο θαμπο αλλα καυτο ηλιο. Το αερακι που κατευθυνε το βλεμμα μου, ποτε στο λιμανι με τα πλοια, ποτε στα βηματα των περαστικων και αλλωτε στα μονοπατια της καρδιας μου, με ισοπεδωσε και με εριξε στο πηγαδι της στιγμης. Ενιωσα το χερι του χρονου στον ωμο, να χαιδευει απαλα τις πληγες αλλα και να ισιωνει τις ταλαιπωρημενες πτυχες του χθες. Αναστεναξα και εριξα πισω το κορμι μου, ξαπλωσα οπως εκεινο το βραδυ και προσεξα την αλλαγη της τροπης των συννεφων αλλα και των πουλιων. Διψουσα και το στομα στεγνο και αλμυρο, πεινουσα και το στομαχι αδειο και μουδιασμενο. Στο ipod η μουσικη εξελισσεται σε crescendo και ξεσκονιζει τις υπεροχες αναμνησεις, ποτε η φωτια που τσουρουφλιζει το τσιγαρο που εχει στα χειλη του, ποτε το αρωμα του stick που ανεμιζει στο περιβαλλον μας αλλα και το ομορφο ηλιοβασιλεμα που χαμηλωνει δειλα το βλεμμα του απανω μας.

Μια νεαρη κοπελα διπλα μου, εξομολογειται τον ερωτα της, σκεφτεται το μελλον, αναλογιζεται τις πιθανοτητες της και μετριαζει το παθος της. Ειναι πιθανοτατα απο χωρα της ανατολικης ευρωπης και καθως χτενιζει τα μαλλια της προσπαθω να ξεδιαλυνω το μυστηριο - ειναι ο ερωτας για μια ζωη ή μηπως ειναι η ζωη μας για τον ερωτα? Κλεινει αισιως το κινητο και ξεκιναει να τυλιγει ενα τσιγαρο μαρτυριο, μια κλωστη στον αλλο κοσμο που στριφογυριζει νωχελικα και πλαναται με ναζι πανω απο το κεφαλι της. Αποφασιζω να την ονομασω Κατρινα, δεν ξερω γιατι αλλα μου βγαζει μια καθηγητρια μπαλετου με το μακρυ της λαιμο και το αγαλματινο κορμι που θυμιζει εντονα ανορεξικο μοντελο των Παρισιων. Δευτερολεπτα μετα σκεφτομαι τον Ν. Ειναι μακρυα και μου τον φερνει στις θυμησες το αερακι που αγκαλιασε το κορμι μου και μετεφερε το αρωμα του στα ρουθουνια μου - ειναι το μεγαλυτερο διαστημα που εχω περασει μακρυα του και ειδικα κατω απο αυτο το φεγγαρι. Ενα φεγγαρι που θυμιζει νυφη, στολισμενη αλλα αυστηρη, με υφος πονεμενο, σχεδον μεθυσμενο απο πλανη.

Το πρωι σκεφτομουνα το βλεμμα του, το δερμα στα χερια του και το παιχνιδι που κανει οταν "γκρινιαζει". Διπλα, εβαλα και τις φωτογραφιες του, σκιαγραφησα ενα τοπιο οπου κυριαρχει η ηρεμια και η ομορφια και εβαλα εμας σαν μικρες φιγουρες απο καρτ-ποσταλ. Τα χρωματα ξεθωριασμενα, σχεδον ξεπλυμμενα αλλα ζεστα, μεστα και ονειρεμενα. Ειναι το μαθημα ζωγραφικης ενας τροπος αναπαραγωγης ή ειναι η εντονη επιθυμια να τον ξαναδω, να αγγιξω με το πεπλο του κορμιου μου το δικο του και να χαιδεψω τα ματια του με την ανασα μου? Οι σκεψεις στροβιλιζονται γυρω απο το μεσημερι του Σαββατου που περασαμε μαζι, το βραδυ της Παρασκευης που πισω απο την πορτα μου η καρδια του κτυπουσε τοσο δυνατα που ακουγοτανε στον τριτο και θρυματιζε τη δικη μου με παγοκοφτη. Παιρνω τον καφε μου και βγαινω στο μπαλκονι, κοιταω απεναντι τους νεαρους που αλλαζουν καγκελα στο δευτερο και παιζουν με τα εργαλεια τους. Ο καιρος επιβαλλει κατι ποιο δροσερο, χυνω τον καφε στο νεροχυτη και αναζητω το μιξερακι, ενα κουζινικο εργαλειο που δεν χρησιμοποιηθηκε τις προαλλες. Βαζω παγο και ανακατευω με καφε και ζαχαρη, κουταλατο ετσι οπως θα το επινε και εκεινος - το ποτηρι μου θυμιζει το λαιμο του, παραπαταω σ'ενα ονειρο και αισθανομαι να τον φιλαω, ενα trance, μια ζωντανια στιγμης και επιπολαιοτητα της πραξης. Ανασαινω και μυριζω τον καφε που ειναι φρεσκοκτυπημενος και ιδρωνει στο ποτηρι μου. Θυμαμαι τις προαλλες στο κρεβατι εκεινο το διπλο, απεναντι απο τους θεους και τον αγνωστο πολεμιστη οπου το κορμι ειχε ιδρωσει και τεντωσει μεσα στα χερια του. Λυγισε ο λαιμος μου και χαθηκε στα χαδια του ενω εκεινος εχωνε βιαστικα το φιλι του παντου στο κορμι μου. Μου πεφτει η ζαχαρη και ξυπναω απο τη ζαλη του φιλιου του, γινομαι ενα με το τωρα και επιτελους συνηδειτοποιω οτι μεσημεριασε. Ο καφες ειναι διεγερτικος και με επαναφερει στο μπαλκονι οπου οι μαστορες εχουν τελειωσει με τις εργασιες και τα μπαζα κατεβαινουν μεσα στις σακουλες τους, καρεκλες, ενα παλιο τραπεζι, πομολα και απομειναρια...

Ξημερωνει μια καινουργια εβδομαδα. Αρχη του νεου μηνα επισης, καλοκαιρι που μαζι του φερει και καιρικες αλλαγες και παγωτα και βραδυα αξημερωτα στο φως της φεγγαρολουστης νυφης. Ο δυοσμος που εβαλα στο μπαλκονι θα μεγαλωσει και θα φουντωσει - θα πεταξει φυλλα δεξια και αριστερα και θα τιθασευσει τις ανασφαλεις βραδυες μου με λιγο ρουμι και μαυρη ζαχαρη. Ονειρευομαι πως θα πινουμε μαζι το ρουμι, γλυκο και ατιθασο στο ποτηρι με τη ζαχαρη να κυλαει παιχνιδιαρικα αναμεσα στον παγο και μεταξυ των φυλλων του δυοσμου θα κανει αταξιες. Βαζω κατω το ποτηρι μου με τον καφε και περπαταω σ'ολο το μπαλκονι, ξυπολητος και ανεμελος. Ειναι σαν να περπαταω σε δροσερο γρασιδι, σε καταπρασινο γκαζον με αρκετη υγρασια που γαργαλιζει τις πατουσες μου. Η πολη αδεια και ησυχη, ηρεμη και μονη, σχεδον σαν και εμενα.

"... Are you ready to jump?"

Nα μια πεταλουδα.

Ερχεται στο μυαλο μου παλι, τον αισθανομαι και χαμογελαω.

No comments: